- κυτταρίτιδα
- Βακτηριδιακή λοίμωξη του δέρματος και των ιστών κάτω από αυτό. Πιθανή επιπλοκή τραυμάτων απαιτεί άμεση και εντατική αντιμικροβιακή θεραπεία για να μην εξαπλωθεί και να μην αφήσει μόνιμες βλάβες.
Ο όρος κ. χρησιμοποιείται επίσης ως ενδεικτικός τοπικής ή γενικής υπερλίπωσης του υποδόριου ιστού, με χαλάρωση της ελαστικότητας του υπερκείμενου δέρματος.
* * *ηιατρ. φλεγμονή τού συνδετικού ιστού και ιδίως τού χαλαρού υποδόριου συνδετικού ιστού.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. cellulite < γαλλ. cellule < λατ. cellula, υποκορ. τού λατ. cella «θάλαμος, θήκη»].
Dictionary of Greek. 2013.